Η Εκκλησία
Με συμμετρική κάτοψη είναι χωρισμένη σε τρία λειτουργικά μέρη: στο πρεσβυτέριο με τρεις μικρές αψίδες, στο νάρθηκα και σε δυο εξώστες για τον γυναικωνίτη και την χορωδία.
Το θαυμάσιο εικονοστάσι χωρίζει το πρεσβυτέριο, στο οποίο έχουν πρόσβαση μονό οι ιερείς, από το νάρθηκα , μέσω του οποίου εισέρχονται οι πιστοί.
Ο νάρθηκας έχει ασπρόμαυρο μαρμάρινο δάπεδο στολισμένο κατά μήκος των τοίχων με στασίδια .Στο κέντρο του , ανάμεσα σε μανουάλια βρίσκονται δίπλα δίπλα η εικόνα του Αγίου Νικολάου και επάνω στο ειδικό προσκυνητάρι η εικόνα που απεικονίζει την εν λόγω εορτή.
Ο μεγάλος καμβάς , που απεικονίζει τον δοξαζόμενο Χριστό περιστοιχισμένο από αγγέλους , καλύπτει όλη την οροφή και είναι πλούσιος σε τρισδιαστατα εφέ με μια ιδέα κλασικής αρχιτεκτονικής.
Το αναφερόμενο έργο(ελαιογραφία) θα μπορουσε να αποδοθεί σε ανώνυμο Έλληνα ζωγράφο , που εκπαιδεύτηκε κυρίως στην Ιόνιο Ακαδημία του Παναγιωτη Δοξαρα(1662-1729) , αλλά και επηρεάστηκε από την Βενέτια Σχολή. Ανάμεσα από τα παράθυρα υπάρχουν εικόνες Ευαγγελιστών και Αποστόλων.
Στους πλαϊνούς τοίχους βρίσκονται δύο μεγάλοι πίνακες του Cesare dell’Acqua(1821) από το Πιράν , που απεικονίζουν στα αριστερά το Κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή και στα δεξιά τον Χριστό ανάμεσα σε παιδιά . Ο πινάκας πάνω από την δεξιά πόρτα αναπαριστά την Φιλοξενία , που σημαίνει τη φιλοξενία του Αβραάμ στους αγγέλους και αποδίδεται στον ίδιο δημιουργό του πίνακα της οροφής .
Το εικονοστάσι
Στους ορθόδοξους χώρους λατρείας το εικονοστάσι χωρίζει το πρεσβυτέριο από τους πιστούς : διασκορπίζει μια αίσθηση πλούτου χάρη στο ασήμι που πλαισιώνει και καλύπτει τις περιληφθείσες εικόνες .
Bάση του ιερού χώρου είναι έργο άγνωστου χαράκτη με αυτοκρατορικό στυλ , όσων αφορά την γενικότερη δομή του , και στυλ μπαρόκ στην διακόσμηση .
Παρόμοιο με αυτό που δημιουργήθηκε απο τον Treppan (1794) για την παλιά εκκλησία του Άγιου Σπυρίδωνα , ανυψώνεται σε τρια τμήματα και ανοίγει προς το πρεσβυτέριο με τρεις πόρτες γνωστές ως “βασιλικές” : τα φύλλα της πόρτας είναι απο λαξευμένο επίχρυσο ξύλο και έχουν εισαχθεί οβάλ σχέδια ζωγραφισμένα με τέμπερα.
Η κορυφή φτιαγμένη με σπιράλ και έλικες ,φιλοξενεί τον Εσταυρωμένο ανάμεσα στην Παναγία και τον Άγιο Ιωάννη .Διακοσμήθηκε με ευαγγελικά σύμβολα από τον ίδιο καλλιτέχνη που διακόσμησε τις “βασιλικές” πόρτες.
Οι τρεις καμβάδες του άνω τμήματος αναπαριστούν τον Χριστό στην Γεσθημανή ,την Αποκαθήλωση και το έργο Μη μου ἅπτου.
Στο μεσαίο τμήμα το εικονοστάσι περιέχει εικοσιμία εικόνες φτιαγμένες με τέμπερα πάνω σε χρυσές σανίδες/πίνακες , που αναπαριστούν τη ζωή του Χριστού από τον Ευαγγελισμό μέχρι την Ανάληψη .Τις εικόνες ζωγράφισε ο Έλληνας ζωγράφος Ιωάννης Τριγώνης .Κατά την διάρκεια της χρονιάς οι εικόνες αυτές εκτίθενται στο προσκυνητάρι για τη λατρεία των πιστών.
Ο Τριγώνης με καταγωγή από τα Ιόνια νησιά δούλεψε στην Τεργέστη από το 1786 μεχρι το 1833 και ίδρυσε μια σχολή ζωγραφικής , την οποία κληροδότησε στον γιο του.
Αξιοσημείωτες είναι οι οχτώ δεσποτικές εικόνες του κάτω τμήματος , που τις φιλοτέχνησε ο ίδιος ο Τριγώνης. Έξι από τις υπεροχές σφυρηλατημένες ασημένιες πόρτες αποδίδονται στον Έλληνα καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Γκέρτσο, ο οποίος δούλευε στην Βενετία , και χρονολογούνται από το 1839 μεχρι το 1856. Αυτές οι εικόνες παρουσιάζουν με σειρά από τα αριστερά προς τα δεξιά τον Άγιο Γεώργιο ,τον Άγιο Σπυριδώνα ,τον Άγιο Νικόλαο ,την Παναγία με το βρέφος ,τον Χριστό στον θρόνο ,την Αγία Τριάδα ,τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και την Αγία Αικατερίνη .Οι καλύπτρες των τοποθετημένων στα άκρα εικόνων του Αγίου Γεωργίου και της Αγίας Αικατερίνης ,είναι φτιαγμένες η μεν σε ρωσικό χρυσοχοείο το 1848 ,η δε από καλλιτέχνη της Τεργέστης.
Κατά την καθαγίαση της εκκλησίας (1787) η ελληνική κοινότητα της Ιερουσαλήμ δώρισε οχτώ μικρές εικονίτσες , που σε μειωμένη κλίμακα αναπαριστούν τις προαναφερόμενες εικόνες .Οι ασημένιες καλύπτρες τους επιτρέπουν μονό σε μερικές λεπτομέρειες να διαφαίνονται. Αυτές οι εικονίτσες εκτίθενται πάνω σε κομψά ράφια και αποδίδονται σε καλλιτέχνη ο οποίος δείχνει να έχει αφομοιώσει μοτίβα από την τελευταία περίοδο μπαρόκ, παρόλο που μάλλον δούλευε στην Παλεστίνη .Η Αγία τράπεζα του πρεσβυτέριου τοποθετημένη κάτω από μικρές αψίδες είναι ορατή από τις βασιλικές πόρτες του εικονοστασίου.
Στην κεντρική αψίδα απεικονίζονται ο Άγιος Ιωάννης, ο Άγιος Ιάκωβος ,ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Αθανάσιος ,οι οποίοι περιστοιχίζουν την Αγία Τριάδα και την Παναγία . Στην αριστερή αψίδα βλέπουμε την Γέννηση και στην δεξιά την Αποκαθήλωση .
Στον ξύλινο άμβωνα ,πλούσια διακοσμημένο με επίχρυσο γύψο , εκτίθενται τέσσερα πάνελ ζωγραφισμένα με τέμπερα , που απεικονίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές, ενώ πάνω στην μικρή πόρτα εισόδου απεικονίζεται ο Χριστός βασιλεύς, όλα έργα του Τριγώνη. Ο άμβωνας είναι διακοσμημένος στην κορυφή με ένα αυστριακό διάζωμα ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για την παραχώρηση της άδειας κατασκευής της εκκλησίας από τους μονάρχες της Αυστρίας.
Οι εξώστες τοποθετημένοι πάνω από την κύρια είσοδο και στα πλάγια , βασίζονται σε κολώνες και τόξα .Ο κατώτερος εξώστης ,που αντιπροσώπευε κάποτε τον γυναικωνίτη ,είναι διακοσμημένος με δέκα πίνακες ελαιογραφίες , οι οποίοι αποδίδονται στον ίδιο καλλιτέχνη που έφτιαξε αυτά του πάνω μέρους του εικονοστασίου .Απεικονίζουν σκηνές από την Βίβλο με την ακόλουθη σειρά :την θυσία του Αβραάμ ,την είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ ,την δημιουργία της Εύας ,την εκδίωξη των εμπόρων από το ναό και το όνειρο του Ιακώβ.
Ο επάνω εξώστης, ο οποίος λειτούργει ως εξέδρα για την χορωδία ,είναι διακοσμημένος με πίνακες που αναπαριστούν τον θάνατο του Άβελ ,την φυγή του Ιωανά από το κύτος και την οικογένεια του Νώε μετά τον κατακλυσμό.
Κατά την διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδος και του Πάσχα λαμβάνουν χώρα θερμοί εορτασμοί: η αναπαράσταση του Παναγίου Τάφου γίνεται με τον Επιτάφιο, που είναι ξύλινο γλυπτό και η δημιουργία του αποδίδεται σε τοπικό εργαστήρι τέχνης .
Ο θόλος του αιωρείται πάνω σε δέκα μικρές κολώνες και ανυψώνεται πάνω σε τρεις τρούλους. Στο επάνω μέρος της δεκατέσσερα πολύχρωμα ταμπλό περιγράφουν τα Πάθη και το θάνατο του Χριστού ,από την προσευχή στον κήπο της Γεσθημανής μέχρι την αποκαθήλωση του σταυρού .Φυλάσσεται στις εσωτερικές αίθουσες της κοινότητας μαζί με άλλα διακοσμητικά αντικείμενα , όπως πίνακες και εικόνες από τη Σχολή της Κρήτης, της Βενετίας -Κρητικής Σχολής και της Ρωσικής Σχολής ,αλλά και ιερά βάζα ,τα οποία δεν έχουν θέση στην εκκλησία , αλλά μαρτυρούν την ιστορία ,τον πολιτισμό και τον δεσμό της κοινότητας με τις παραδόσεις της πατρίδας.
Η κοινότητα είχε το δικό της σχολειό από το 1830 μέχρι το 1932 και δικό της κοιμητήριο .Οι αποθανόντες αναπαύονταν αρχικά στο κοιμητήριο στον λόφο της Montuzza και από το 1830 στο κοιμητήριο της Αγίας Άννας (Sant’Anna). Η μικρή εκκλησία αφιερωμένη στους Αγίους Αποστόλους διακοσμήθηκε από τους ίδιους τεχνίτες που φιλοτέχνησαν την εκκλησία στην παραλιακή λεωφόρο .
Η ελληνική ανατολική κοινότητα είναι μέρος της ορθόδοξης καθολικής εκκλησίας των πρώτων επτά οικουμενικών συνόδων. Η πίστη της παρέμεινε αναλλοίωτη μέχρι σήμερα και είναι σύμφωνη με τις Γραφές και τις παραδόσεις των Αποστόλων .
Η κεφαλή της εκκλησίας είναι ο Χριστός ,ενώ κάθε τοπική εκκλησία είναι ανεξάρτητη και διοικείται από τη σύνοδο των επισκόπων .Ο πρωτεύων κάθε εκκλησίας είναι το εκτελεστικό όργανο της απόφασης της Συνόδου.
Οι Έλληνες είναι μέλη της οικουμενικής εκστρατείας για την ενοποίηση των χριστιανών .Η ορθόδοξη εκκλησία είναι ιδρυτικό μέλος του παγκόσμιου συμβουλίου των εκκλησιών(μεταρυθμισμένων εκκλησιών).